Tuesday, February 10, 2009

ΕΠΙΣΤΡΟΦΗ ΣΤΙΣ ΦΙΖΕΣ

(Του Αγίου Χαραλάμπη σήμερα
και η πρόκληση-πρόσκληση του Φιρφίριου
με αναγκάζει να κακο-ποιήσω.
Για την απαρχή του εγκλήματος,
  • εδώ. )


  • Εν’ εκαρτέρουν Φιρφιρή
    να μπούμεν στην Ευρώπη
    για ν’ αποκτήσω όραμαν
    πως ζιούν άλλοι Αδρώποι.


    Για πολιτείες μακρινές
    σάλιον εν’ θα χαλάσω
    τζιαι με ταξίδιν μαϊκόν
    εγώ εν’ να σε ποσπάσω.


    Που Εξάρχεια ως Kreuzberg
    ο δρόμος ένει λλίος,
    μα ο ουρανός πουπάνω σου
    εν’ παγωμένος, κρύος.

    Το ‘05 εις το Shoneberg
    να ‘μπαινες στο μπακάλλην

    να φάεις που τον τόπο σου
    ωραίον πορτοκάλιν.


    Τούρκου ήταν το μαγαζί,
    Κωνσταντινουπολίτη,

    τζι’ αν’ φαίνεται παράξενον,
    γριστιανού στη πίστη.

    Τα πωρικά αν είχασιν
    «δικά τους η κλεμμένα»
    εν θα σου πω, η σκέψη μου
    αλλού πάει εμένα.


    Οι Αλεμανοί τζι’ οι Σάξονες,

    σωστά το είπες πρώτος,
    να πω πως εν’ σhειρόττεροι
    θα’ν’ άδικος ο κόπος.

    Μα η αγορά τους τρώει σε
    ώσπου να πεις μανούλλα,
    δίχαν δικήν παργωγήν
    σάστα τζιαι ‘γύραν ούλλα..


    Τσιράκκια εν’να γίνουμεν
    στο ίδιο μας το σπίτιν,
    ξανά-μανά η προσφυγιά
    τζιαι τούτον φέρνει λύπην.


    Τα sushi bar τζιαι τα βρατζιά
    πον’ σαν τα γρυσαφένια
    έγλεπε τζιαι ιμπόρουσιν
    να σε γιεμώσουν έγνοια.


    Εσύ που τις εθκιάβασες
    των δυτικών τις γνώσεις
    βάλε αξινόστραφα αυτί
    τζιαι δεν θα μετανιώσεις.


    Ο τέλειος αγοραστής
    π’ ούλλον καταναλώνει
    παραγωγήν πον’ ξενιτζή
    διπλά θα την πκιερώννει.


    Ο μεταπούλης π’ έπκιασεν
    καπάλιν τις Βρυξέλλες
    εν’ να γυρέψει κάποτες
    τες πρωτινές κουέλλες.


    Τζι’ αφού εν τζιαι καλλίττεροι
    όταν δικούς του πέψουν
    τζιαι σεν’ τζιαι ‘μεναν γαλλιστί
    μυάλην θα μας ρέξουν.


    Εγώ τζιαι ‘συ τζι’ ούλλοι μαζί
    θα πιάμεν το ρεπάνιν
    αφού εκαταντήσαμεν
    του Πάντζιαρου το Χάνιν.


    Λλίους θ’ αφήκουν μοναχά
    να κάμνουν τους μαστόρους
    τζιαι ξένους θα ‘χουν μισταρκούς
    διχά δικούς τους πόρους.


    Άμαν δεν κάμνουμεν δουλειές
    δικές μας τζιαι της χώρας
    θα μείνουν ούλλοι χάσκοντας
    τζιαι με μιστόν της ώρας.


    Τζι’ αν είσαι που τους τυχερούς
    τζιαι πιάσουν σε για μάστρον
    θαρκέσαι θα σε βάλουσιν
    μεσ’ το δικό τους κάστρον;


    Εχτίσαν κάστρα ξακουστά
    τους σκοτεινούς αιώνες
    για να ξιππάζουν χωρικούς
    κοπέλλια τζιαι κοκόνες.


    Ο φούρνος φέρνει την πυράν
    αλλ’ όι μοναχός του,
    θέλει τζιαι σhέριν να κοπούν
    τα ξύλα πον’ ομπρός του.


    Τζείνου που έσhει το φουρνίν
    ΛΟΤΤΟ ‘εν θα του πέψω
    κάλλιον να μου ‘ρτει γείτονας
    τζι’ εγώ εν’ να τον φιλέψω.


    Κρίμας που μεγαλώσαμεν
    με ΡΙΚ τζιαι με Κουλία,
    αστόπαιδα του κερατά
    τζιαι τάση για δουλεία.


    Αν έπκιανεν το σhέριν μας
    όσον τζι’ ο νους μας λλίον
    πραγματικά θα ‘γίνετουν
    μια Νήσος των Αγίων.


    Σhέριν πούγκαν δε βάλλουμεν
    παρά τον μέγα πόνον
    πασ’ τα χωρκά να στέλλαμε
    που έναν γεωπόνον.


    Να πέμπαμεν τζιαι στ’ ακρινά
    χωρκά της Μεσογείου
    αντί που τα ξοθκιάζουμεν
    σε bar ξενοδοχείου.


    Πουτάνες που ανατολή
    τζιαι σκόρτους που τη Κίνα,
    μ’ έτσι μυαλά το πιο σωστόν
    εν’ να μας φα’ η πείνα.


    Παρακαλούν τα νιούλικα
    να πιαν μυάλον πόστον
    μα δεν θωρούν πως έπιασαν
    αγγούριν πον’ κομπόστον.


    Να τρώμεν τζιαι να πίννουμεν,
    καμιά διαφωνία,
    μα πρώτα να σκεφτούμαστεν,
    τζείνον εν’ η ουσία.


    Έσhει φαγιά καβλωτικά
    που κάμνουν σε να θέλεις
    αλλά μετά λαλούν σου το
    πως γίνεσαι τζιαι κκέλης!

    Σαγρέ τυρί χαρίζω σου
    ν’ αλείφεις τα πισκόττα
    με τζείνα τα προσθετικά
    σαμπώς τζι’ έχουν καπόττα*.

    Κάμνουν το σάλιον να τζυλά
    ποτάμιν μεσ’ το στόμα,
    τρώεις το ένα τζιαι λαλείς
    «τζι’ άλλα να είχ’ ακόμα».**

    Μ’ αν τα ρυάλλια τρώμεν τα
    σε πλαστική κραιπάλη
    τρώμεν την κλάππαν μόνοι μας
    τζι’ αήννουμεν την πάλη.

    Αννάν τζιαι σκέδια λαλούν
    πως φταιν για τα κακά μας
    αντί να πουν στην αγορά
    εκάμαμεν κακκά μας.


    Στα ακρινά τζιαι στα βουνά
    τζιαι μες τες πόλεις πάλε
    εγίναμεν όπως τ’ αρνιά,
    ούλλοι τάλε-κουάλε.


    Αφού μας εσκαρτέψασειν
    τα προϊόντα ούλα
    τωρά πουλούν μας τα σκατά,
    βραστά μεσ’ τη σακκούλλα.


    Εν τζιαι μιλώ ρομαντικά
    για επιστροφή στις ρίζες,
    στους Άγγλους π’ επουλούσαμεν
    πατάτες με τες μίζες.


    Το κράτος, η κυβέρνηση
    μα τζιαι ο idiot-ης
    ας κάμουν όπως χρειαστεί
    ν’ ανέβει η ποιότης.


    Ένας εις τη παραγωγή,
    άλλος να μεταφέρει,
    ο τρίτος να ‘ν’ τελλάλης μας
    τον κόσμον για να φέρει.


    Μα να ‘ν’ τζι’ ο κάματος σωστός,
    δίκαια μοιρασμένος,
    άξιος να ‘ν’ τζιαι ο μιστός,
    τζι’ όι χορηγημένος.


    Τα blender για τα shake σου
    τζιαι ‘γω την κόκα-κόλα
    εμάθαμεν τα που μιτσιοί,
    οι γιοί του πάρτα-όλα.


    Πουλούν μας τα περιοδικά
    Μύκονους τζιαι Ιμπίζες,
    όπως μιτσιοί εθέλαμεν
    μεταμοντέρνες φίζες***.


    Των πεινασμένων τα παιθκιά
    πον΄ καλομαθημένοι
    στη Νέαν Τάξην θα γενούν
    οι νέοι κολασμένοι.


    Μεν το νομίζεις εύκολο
    εσύ να ξεγελάσεις
    τους άρχοντες του παιγνιθκιού
    καλήν δουλειά να πιάσεις.
    (εναλλακτικά: την πάζα σου να πιάσεις)


    Εκτός τζι’ αν τ’ αποφάσισες
    πως είμαστεν αρνούθκια
    να μας πουλάς τα ξενικά
    σαντάλλια τζιαι βρακούθκια.

    Με τούντην λύση, πίστεψε,
    είδα πολλούς που εκλείσαν
    τα σπίθκια τζιαι τα μαγαζιά.
    Εσhέσαν τζιαι εγρίσαν.

    Της δασκαλούς δεκαλιρί,
    τραπεζικού τα γιούρο
    ν’ αρπάξουν είχαν στη κκελλέ
    τζι’ ας επουλούσαν πούρο.

    Εφάν τους λάχανο βραστό
    οι κλίκκες τζιαι τα σόγια
    που ‘ν’ ούλλοι αντιπρόσωποι
    των ξένων τα λαμόγια.

    Του τόπου μας οι σπαστριτζιοί,
    της χώρας οι κρατούντες,
    τζείνοι που έχουν τα κκονέ
    τζιαι τες δουλειές με φούντες…


    Με τούτην τη συνεπαρτζιάν
    αν θέλεις πάρε-δώσε,
    δικαίωμαν σου –εν λαλώ -
    μα το πουντζίν σου χώσε.

    Αν νώθεις πως μόνο εσύ
    που ούλλους ξεχωρίζεις
    τζι’ εν έτσι τάχα δίκαιο
    να σάζεις τζιαι να ορίζεις…

    Κατάλαβε πως ούλλους μας
    έτσι μας περιπαίζουν,
    να τους τανούμεν στο κλεψιόν
    τζι’ ύστερα να μας σhέζουν.


    Άτε, κανεί, τζι’ εγιέμωσα
    ολόκληρον κκεττάπιν
    που την Καλύβαν θα μας πιάν
    πάλε στο μμαϊττάππιν.


    * http://cot.food.gov.uk/search?p=UK&srid=S2-1&lbc=food&ts=cot&pw=listeria&pu=277712&uid=660613295&mainresults=mt_mainresults_yes&w=cheese%20recall&rk=2&sec=%2F
    http://www.primula.co.uk/index.php?sectionid=13

    (Ναι ξέρω, εν’ της Αγγλίας τούτο το KAVLI)

    ** http://www.safeslimming.co.uk/SaltAndSodium.html

    *** Φίζα (Η): (t. fislamak: συρίζω) αφρόζα, σκόνη για αφρόζα / σόδα, γαζόζα s.f. fizzy drink, sparkling drink, soda-powder.
    Από : «Λεξικό, Το Κυπριακό Ιδίωμα» του Ρόη Παπαγγέλου, Εκδόσεις Ιωλκός.

    Labels: , ,

    7 Comments:

    Blogger rose said...

    :-)

    11/2/09 00:21  
    Blogger stalamatia said...

    Οοιος είπε ότι μας τελείωσαν οι τσιαττιστάες?
    Περιμένουμε και αποκριάτικα.

    11/2/09 17:36  
    Blogger the Idiot Mouflon said...

    @Rose
    ;-)

    @Σταλαγμαθκιά
    Χμμμ... να ντυθώ Κυριακού Πελαγία;

    12/2/09 08:34  
    Blogger rose said...

    να σε δω με ρομπα και παντόφλα και τι στο κόσμο!

    12/2/09 15:03  
    Blogger stalamatia said...

    Ένι ξέρω πως ντύνετε η Πελαγία αλλά αν είναι να βάλεις ροπούα τζιαι τσιαρικκούθκια ΝΑΙΙΙΙΙΙ.

    12/2/09 20:10  
    Blogger koul(l)are said...

    Kopelia deite je tin diki mou antiprotasin :) koullafm.blogspot.com

    kalimera sas!

    19/2/09 08:53  
    Anonymous Anonymous said...

    Τωρά την είδα την ανάρτησην. Ωραίος.

    8/3/09 20:05  

    Post a Comment

    << Home