ΠΕΡΙ-ΠΛΑΝΗΣΕΙΣ
Βουνοκορφή,
οι βιολιστές του θέρους συνοδεία,
απ’ τη μια
το μαύρο συναντάει το άσπρο
και δακρύζουν οργή σε κρανίου τόπο,
στην άλλη
ο Βασιλιάς στρογγυλεύει
και κοιτάει στο γαλάζιο καθρέφτη
όλα του τα κατορθώματα.
Κατηφορίζεις προς πιθήκων παράδεισο
δίπλα από κοράλλια.
Τούτη τη μάχη
δεν την βρίσκεις αλλού πουθενά
παρά μέσα σου.
Πλησιάζοντας στην άγονη πόλη
κόκκινο φεγγάρι θολό.
Μόνο που ήταν
-δεν το ‘ξερε αυτό ο ποιητής-
φωτιά η βαφή.
οι βιολιστές του θέρους συνοδεία,
απ’ τη μια
το μαύρο συναντάει το άσπρο
και δακρύζουν οργή σε κρανίου τόπο,
στην άλλη
ο Βασιλιάς στρογγυλεύει
και κοιτάει στο γαλάζιο καθρέφτη
όλα του τα κατορθώματα.
Κατηφορίζεις προς πιθήκων παράδεισο
δίπλα από κοράλλια.
Τούτη τη μάχη
δεν την βρίσκεις αλλού πουθενά
παρά μέσα σου.
Πλησιάζοντας στην άγονη πόλη
κόκκινο φεγγάρι θολό.
Μόνο που ήταν
-δεν το ‘ξερε αυτό ο ποιητής-
φωτιά η βαφή.
Βουνοπλαγιά,
με ένα Νάβαχο για οδηγό,
απ’ τη μια
κουβαλάς τη φυγή και το άπειρο,
ανεβαίνοντας ύψη σε ανύπαρκτο χρόνο,
απ’ την άλλη
η Σάρκα οξύνεται
και σκαρώνει σε παλέτα γυμνή
ζαβολιές που δεν ‘γίναν μαθήματα.
Άμα είχα ψηφιακή φωτογραφική ίσως, αγαπητοί αναγνώστες (τζιαί οι τρεις μαζίν), να αποφεύγαμε τούτες τις vagabondaggi letterari. Ατυχήσατε. Μου τελείωσε το φιλμ στην διαδρομή και πώς να σας περιγράψω το τοπίο;
Labels: ΚΑΚΟ-ΠΟΙΗΣΗ, ΞΕΝΙΤΕΊΑ
7 Comments:
Ο ήλιος τι έφταιξε; Εκείνος την δουλειά του κάνει...
vagabondaggi letterari?
Για να γυρίσει ο ήλιος
θέλει δουλειά πολλή!
Τα "κατορθώματα" δεν σημαίνουν πως φτάει για κάτι.
"Φιλολογικές περιπλανήσεις".
Θε μου Πρωτομάστορα μ’ έχτισες μέσα στα βουνά
Θε μου Πρωτομάστορα, μ’ έκλεισες μές τη θάλασσα
Μάθαμε και νέα λέξη σήμερα! Ωραία!
Εγώ θέλω μια ιστορία για τον Νάβαχο Οδηγό.
Πι ες:όλο βολτίτσες μου είσαι!
χιχιχι
Σαν εκείνη τη νύχτα που είχε βάλει το κάλυμα της σκηνής σαν στρώμα και την νύχτα ήρθε μεθυσμένος και ξάπλωσε εκεί. Ένοιωσε κάτι να κουνιέται, σήκωσε το άκακο του χέρι, κτύπησε το έδαφος 2-3 φορές και ξεράθηκε.
Το πρωί όλη η σκηνή βρωμούσε και βγάλαμε έξω το κάλυμα και να... ένα νεκρό ποντικάκι.
"Φονιά", τον κοροϊδεύαμε, "κοιμήθηκες όλη νύχτα απάνω σε ένα νεκρό ποντίκι, αναίσθητε, άσπλαχνε Νάβαχο" κι' αυτός χαμογελούσε με εκείνο το κάτασπρο χαμόγελο, "δεν το 'θελα ρε παιδιά, δεν ήξερα".
Post a Comment
<< Home